Κείμενα

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Ορισμοί


Λαϊκότητα - Λαϊκισμός - Πατερναλισμός
πηγή:Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Ιδρ. Τριανταφυλλίδη

λαϊκότητα: η ιδιότητα του λαϊκού, αυτού που προέρχεται από το λαό, είναι δημιούργημά του, που απευθύνεται στο λαό ή που τον εκφράζει: Tο πρόβλημα της λαϊκότητας της τέχνης παραμένει σοβαρό. H ~ του νέου θεσμού θα δοκιμαστεί στην πράξη. [λόγ. λαϊκ(ός) -ότης > -ότητα]

λαϊκισμός: ιδεολογία ή στάση που εκφράζεται κυρίως στην πολιτική και στην τέχνη και που χαρακτηρίζεται από υπερβολική και μη αυθεντική λαϊκότητα: H πολιτική της κυβέρνησης / της αντιπολίτευσης κυριαρχείται από φτηνό λαϊκισμό. O ~ στην τέχνη πήρε τη μορφή της στείρας και συντηρητικής προσκόλλησης στη μεσαιωνική παράδοση. [λόγ. λαϊκ(ός) -ισμός μτφρδ. αγγλ. populism]

πατερναλισμός: προστατευτική στάση της εργοδοσίας απέναντι στους εργαζομένους και γενικότερα του κράτους απέ να ντι στους πολίτες, η οποία αποβλέπει στον έμμεσο αλλά απόλυτο έλεγ χο των διεκδικήσεών τους. [λόγ. < αγγλ. paternalism (-ism = -ισμός)]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου